Πόσο παρόντες είμαστε στην καθημερινότητα των παιδιών μας;

Δεν υπάρχει τέλεια γονεϊκότητα. Υπάρχει όμως εκείνη η γονεϊκότητα που προσπαθεί καθημερινά να είναι παρούσα.

Μαργαρίτα Νικολάου
Πόσο παρόντες είμαστε στην καθημερινότητα των παιδιών μας;
Bigstock

Σε ένα τραπέζι οικογενειακού δείπνου, ο πατέρας απαντά σε e-mail της δουλειάς, η μητέρα «χαζεύει» στο Instagram και το παιδί, μόλις έξι ετών, κάθεται σιωπηλό. Δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας αλλά για μια συνηθισμένη σκηνή καθημερινότητας. Οι γονείς, παρόντες σωματικά αλλά απόντες συναισθηματικά, βιώνουν μια νέα μορφή απόστασης από τα παιδιά τους: την ψηφιακή.

Σύμφωνα με άρθρο του CNN (2024), η εξάρτηση των γονιών από τα smartphones έχει μετατραπεί σε νέα μορφή «γονικής απόσπασης». Δεν είναι μόνο τα παιδιά που κινδυνεύουν από την υπερβολική έκθεση στις οθόνες αλλά και οι ίδιοι οι γονείς που, χωρίς να το αντιλαμβάνονται, αποσύρονται συναισθηματικά από τη ζωή των παιδιών τους. Η τεχνολογία μάς ενώνει παγκοσμίως, αλλά μπορεί να μας απομακρύνει δραματικά από όσους έχουμε δίπλα μας.

Η ψηφιακή απόσπαση ως νέος τρόπος απουσίας

Η φράση «είμαι εδώ» δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είμαστε παρόντες. Η ουσιαστική παρουσία απαιτεί προσοχή, συναίσθηση και διαθεσιμότητα — όλα στοιχεία που δοκιμάζονται έντονα στην εποχή των διαρκών ειδοποιήσεων και των «scroll».

Η έρευνα που παρουσιάζεται στο άρθρο του Substack Technosapiens επισημαίνει ότι όταν οι γονείς χρησιμοποιούν συνεχώς τα τηλέφωνά τους μπροστά στα παιδιά, όχι μόνο χάνουν στιγμές αλληλεπίδρασης, αλλά δίνουν και το μήνυμα ότι η προσοχή τους κατευθύνεται αλλού. Αυτή η συμπεριφορά δημιουργεί στα παιδιά αισθήματα παραμέλησης, ακόμη και αν τα βασικά τους υλικά και πρακτικά ζητήματα καλύπτονται.

Η επίδραση αυτής της «ψηφιακής απουσίας» δεν είναι επιφανειακή. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα παιδιά αντιδρούν είτε με απόσυρση είτε με επιθετικότητα όταν νιώθουν ότι δεν τα προσέχουν — μια μορφή συμπεριφορικής διαμαρτυρίας που συχνά παρερμηνεύεται ως «κακή διαγωγή».

Η ανήσυχη γενιά και οι οθόνες

Ο κοινωνικός ψυχολόγος Jonathan Haidt, στο βιβλίο του The Anxious Generation, αναλύει πώς η γρήγορη ψηφιοποίηση της παιδικής ηλικίας έχει συμβάλει στην άνοδο του άγχους και της κατάθλιψης στους εφήβους. Η γενιά που μεγαλώνει με τις οθόνες —και, όπως φαίνεται, και οι γονείς της— δεν έχει βιώσει την ανεμπόδιστη, πρόσωπο-με-πρόσωπο επαφή που διαμόρφωνε τις προηγούμενες.

Στη συνέντευξή του στο BBC (2025), o Haidt αναφέρει πως από το 2010 και μετά, παρατηρείται κατακόρυφη αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας στους εφήβους, παράλληλα με την εκτόξευση της χρήσης των smartphones. Όμως επισημαίνει και κάτι ακόμα: το πρόβλημα δεν είναι μόνο στα παιδιά αλλά στο γεγονός ότι και οι γονείς —εξαιτίας της ψηφιακής κουλτούρας— χάνουν τη δυνατότητα να είναι σταθερά ΕΚΕΙ, διαθέσιμοι και ουσιαστικά παρόντες.

Η δύναμη της παρουσίας

Πριν ακόμα μπορέσει ένα παιδί να εκφραστεί με λέξεις, επικοινωνεί με βλέμματα, εκφράσεις, φωνούλες και κινήσεις. Η ποιότητα της σχέσης με τους γονείς του διαμορφώνεται μέσα από την αλληλεπίδραση , την προσοχή και την ανταπόκριση. Όταν οι γονείς είναι διαρκώς με το κινητό στο χέρι, το παιδί βιώνει ένα συναισθηματικό «κενό».

Είστε «κολλημένοι» στο κινητό σας; Οι επιπτώσεις στην γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού

Η απλή, ποιοτική παρουσία – χωρίς οθόνες, χωρίς βιασύνη – είναι ένα από τα πιο ισχυρά εργαλεία για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Δεν χρειάζεται πάντα να πούμε πολλά. Aρκεί το βλέμμα, η φυσική επαφή, η εμπλοκή στο παιχνίδι, το να καθίσουμε στο πάτωμα και να παίξουμε δίχως περισπασμούς.

Χάνοντας – και ξαναχτίζοντας – τις ισορροπίες

Η τεχνολογία δεν είναι ο εχθρός. Το πρόβλημα ξεκινά όταν γίνεται κυρίαρχη στην καθημερινότητα και αρχίζει να παραγκωνίζει την ανθρώπινη επαφή. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι να την απορρίψουμε, αλλά να την χρησιμοποιήσουμε συνειδητά.

Η οικογενειακή ζωή χρειάζεται «ρουτίνες χωρίς οθόνες»: φαγητό χωρίς τηλέφωνα, βόλτες χωρίς ειδοποιήσεις, βραδινές ρουτίνες με ιστορίες και όχι YouTube. Τέτοιες μικρές, σταθερές πρακτικές είναι θεμέλια που οικοδομούν την αίσθηση ασφάλειας, εμπιστοσύνης και σύνδεσης.

Οι οικογένειες μπορούν να επαναφέρουν την ισορροπία με μικρές αλλά ουσιαστικές παρεμβάσεις:

  • Καθιέρωση ζωνών χωρίς οθόνες (π.χ. στο τραπέζι, στο υπνοδωμάτιο).
  • Συμμετοχή σε κοινές δραστηριότητες χωρίς τεχνολογία (παιχνίδι, βόλτες, κουζίνα).
  • Συνειδητή «αποσύνδεση» από τα social media για κάποιες ώρες της ημέρας.
  • Διάλογος με τα παιδιά για τη χρήση της τεχνολογίας και τη σημασία της παρουσίας.

Τρόποι να ηρεμήσουν τα παιδιά χωρίς τη χρήση οθονών

Από την παρουσία στην σχέση

Όταν είμαστε ουσιαστικά παρόντες, δεν προσφέρουμε μόνο χρόνο — προσφέρουμε τον εαυτό μας. Η σχέση που διαμορφώνεται μεταξύ γονιού και παιδιού δεν βασίζεται σε μεγάλα γεγονότα αλλά σε καθημερινές μικρές στιγμές: στην αφή, στο βλέμμα, στο χαμόγελο, στην αποδοχή. Όταν λείπουν αυτά, η σχέση γίνεται ρηχή και συχνά το παιδί αναζητά αλλού (π.χ. στο TikTok ή το gaming) αυτό που δεν βρίσκει στο σπίτι.

Το πρώτο βήμα για να αλλάξουμε αυτή την κατάσταση είναι η αναγνώριση. Δεν φταίνε οι γονείς επειδή είναι κουρασμένοι, πιεσμένοι ή απασχολημένοι. Όμως χρειάζεται μια ειλικρινής παραδοχή: ότι πολλές φορές προτιμούμε την παθητική κατανάλωση περιεχομένου από τη ζωντανή αλληλεπίδραση, γιατί αυτή απαιτεί ενέργεια, διάθεση, παρουσία.

Ένας κόσμος με λιγότερες οθόνες

Δεν υπάρχει τέλεια γονεϊκότητα. Υπάρχει όμως εκείνη η γονεϊκότητα που προσπαθεί καθημερινά να είναι παρούσα. Το ζητούμενο δεν είναι να είμαστε συνέχεια με το παιδί μας, αλλά όταν είμαστε, να είμαστε πραγματικά εκεί.

Η συνειδητή χρήση της τεχνολογίας είναι επιλογή. Και όταν αυτή η επιλογή μας οδηγεί πίσω στα παιδιά μας, στις λέξεις τους, στις σιωπές τους, στα παιχνίδια και τις αγκαλιές τους — τότε χτίζουμε γέφυρες. Και οι γέφυρες αυτές είναι πιο ισχυρές από κάθε Wi-Fi σύνδεση.

Πηγές: cnn.com / bbc.com / technosapiens.substack.com

© 2012-2025 Mothersblog.gr - All rights reserved