Εξάνθημα στα παιδιά: Τι πρέπει να γνωρίζουμε για τις «καντήλες»

Περισσότεροι από ένας στους έξι ανθρώπους παρουσιάζουν ξαφνικά ένα εξάνθηµα µε «σπυράκια» λευκά στο κέντρο και κοκκινωπά στην περιφέρεια, που προκαλούν έντονο, συχνά ανυπόφορο κνησµό (φαγούρα).

Το εξάνθηµα αυτό είναι η κνίδωση ή αλλιώς οι «καντήλες», όπως το αποκαλούν πολλοί ασθενείς. Αν και οι περισσότεροι νοµίζουν ότι οφείλεται σε αλλεργική αντίδραση, η αιτία της είναι συχνά άγνωστη και παρότι συνήθως υποχωρεί σε σύντοµο χρονικό διάστηµα, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου επιµένει επί µήνες ή χρόνια και άλλες όπου εµφανίζεται µε εξάρσεις και υφέσεις.

Όπως εξηγούν ειδικοί από την Ελληνική Δερµατολογική & Αφροδισιολογική Εταιρεία (ΕΔΑΕ) , η κνίδωση πήρε την ονοµασία της από την τσουκνίδα (στα αρχαία ελληνικά ονοµάζεται κνίδη) επειδή το εξάνθηµά της συχνά µοιάζει µε αυτό που αναπτύσσεται όταν αγγίξει τσουκνίδα το δέρµα. Στα λατινικά η κνίδη ονοµάζεται urtica, γι’ αυτό η νόσος αποκαλείται συχνά και ουρτικάρια (urticaria).

Η κνίδωση είναι πολύ συνηθισµένη και προσβάλλει άτοµα κάθε ηλικίας. Διεθνείς µελέτες έχουν δείξει ότι ποσοστό 15-25% του γενικού πληθυσµού την εκδηλώνει κάποια στιγµή στη ζωή του, µε τη συντριπτική πλειονότητα να έχουν την οξεία µορφή η οποία υποχωρεί µέσα σε 6 εβδοµάδες (συχνά µέσα σε λίγες µέρες) και το 1% να έχουν τη χρόνια µορφή, η οποία επιµένει για πολύ καιρό.

Οι αιτίες

Η οξεία κνίδωση είναι πιο συχνή στα άτοµα µε ιστορικό ατοπίας (υπερευαισθησίας) καθώς και στα παιδιά και στους νεαρούς ενήλικες, ενώ στο 60% των περιπτώσεων είναι ιδιοπαθής, δηλαδή αγνώστου αιτιολογίας. Σε σπάνιες περιπτώσεις η αιτία της είναι αντίδραση σε τρόφιµα ή φάρµακα, επαφή µε το λάτεξ, µε τσουκνίδα ή κάµπιες, τα τσιµπήµατα εντόµων κ.ά. Ακόµα σπανιότερα, εξάλλου, είναι ένδειξη υποκείµενης νόσου, όπως ο συστηµατικός ερυθηµατώδης λύκος.
Αν και θεωρητικώς κάθε φάρµακο µπορεί να προκαλέσει κνίδωση, συχνότερα εκδηλώνεται σε άτοµα που παίρνουν παράγωγα του ακετυλοσαλικυλικού οξέος, µη στεροειδή αντιφλεγµονώδη (παυσίπονα αντιφλεγµονώδη) ή αντιβιοτικά (κυρίως πενικιλίνες). Όσον αφορά τη διατροφή, στα τρόφιµα που µπορεί να προκαλέσουν κνίδωση συµπεριλαµβάνονται η σοκολάτα, οι ξηροί καρποί, τα ψάρια και τα οστρακοειδή, οι ντοµάτες και τα αυγά, ενώ αρκετά περιστατικά σχετίζονται µε χηµικά πρόσθετα των τροφίµων (π.χ. ενισχυτικά γεύσης, χρωστικές, συντηρητικά). Έπειτα από την κατανάλωση τέτοιων τροφίµων, µπορεί να περάσουν έως δύο ώρες έως ότου εµφανιστεί το χαρακτηριστικό εξάνθηµα της κνίδωσης. Η χρόνια κνίδωση, από την άλλη πλευρά, µπορεί να είναι αυθόρµητη (δηλαδή να µην υπάρχει εξωτερικό αίτιο) ή επαγόµενη (δηλαδή να οφείλεται σε φυσικά αίτια όπως η ζέστη, το κρύο και η πίεση), αλλά σε κάθε περίπτωση δεν είναι αλλεργία. Ένα συχνό αίτιο που πυροδοτεί την χρόνια κνίδωση είναι το στρες.

Και αγγειοοίδηµα

Οι δερµατικές βλάβες που προκαλεί η κνίδωση επιστηµονικά λέγονται ποµφοί και µοιάζουν αρκετά µε εκείνες που αναπτύσσονται έπειτα από το τσίµπηµα κουνουπιών. Οι βλάβες αυτές µπορεί να είναι µικροσκοπικές ή πολύ µεγάλες και µερικές φορές συνενώνονται σε πλάκες που µπορεί να καλύψουν µεγάλα τµήµατα του σώµατος. Στο 40% των περιπτώσεων συνοδεύονται και από πρήξιµο (επιστηµονικά λέγεται αγγειοοίδηµα) και έτσι εξέχουν από το δέρµα. Το αγγειοοίδηµα µπορεί να επιµείνει µετά την υποχώρηση του εξανθήµατος και συνήθως χαρακτηρίζει τα δύσκολα περιστατικά.

Η θεραπεία

Ευτυχώς, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων η κνίδωση υποχωρεί από µόνη της, κάτι που στην οξεία µορφή της συνήθως συµβαίνει µέσα σε 2-3 εβδοµάδες. Η χρόνια κνίδωση, όµως, στις µισές περιπτώσεις µπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 6 µήνες και στο 20% των περιπτώσεων πάνω από 10 χρόνια, εποµένως µπορεί να έχει τεράστιο αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Η καλύτερη θεραπεία είναι η ανεύρεση του αιτίου της και η προσπάθεια απάλειψής του, πράγµα το οποίο όµως δεν είναι πάντοτε εφικτό αφού, όπως προαναφέρθηκε, πολλά κρούσµατα είναι ιδιοπαθή. Επειδή λοιπόν το πιο ανυπόφορο σύµπτωµα της κνίδωσης είναι ο κνησµός, ο δερµατολόγος ιατρός µπορεί να χορηγήσει κατ’ αρχάς αντισταµινικά φάρµακα και σπανιότερα κορτικοειδή (κορτιζόνη).
Μπορεί να χρειασθούν δοκιµές αρκετών αντισταµινικών και δοσολογικών σχηµάτων έως ότου βρεθεί κάποιο που να ανακουφίζει τα συµπτώµατα του ασθενούς. Οι ασθενείς που λαµβάνουν παλαιού τύπου αντισταµινικά πρέπει να είναι προσεκτικοί διότι µπορεί να προκαλέσουν υπνηλία. Εάν οι ασθενείς µε χρόνια κνίδωση δεν ανταποκρίνονται ούτε στις πιο ψηλές δόσεις αντισταµινικών (όπως συµβαίνει στο σχεδόν 40% των περιπτώσεων) και η δερµατοπάθειά τους δεν οφείλεται σε εξωτερικό αίτιο (έχουν δηλαδή χρόνια αυθόρµητη κνίδωση), στην αγωγή τους µπορεί να προστεθούν άλλα φάρµακα, όπως αντιλευκοτριενικά (π.χ. µοντελουκάστη), Η2 αντισταµινικά, ανοσοτροποιητικοί παράγοντες (π.χ. κυκλοσπορίνη) ή ένα µονοκλωνικό αντίσωµα που λέγεται οµαλιζουµάµπη. Για τις σύντοµες εξάρσεις της χρόνιας κνίδωσης, τέλος, χορηγούνται για λίγες µέρες (συνήθως 3-7) συστηµατικά κορτικοειδή.

Διαβάστε επίσης

Κνίδωση στα παιδιά -Τι είναι και πως αντιμετωπίζεται
Κνίδωση: ένας ύπουλος εχθρός που μας ...«τρώει»!

© 2012-2024 Mothersblog.gr - All rights reserved