To παραμύθι της εβδομάδας: Μια μπουγάδα … χρωματιστή!

Η Ξένια θέλει να κάνει όλα τα πράγματα που κάνει και η μαμά της στο σπίτι. Τα βρίσκει πολύ πιο ενδιαφέροντα από το να παίζει με τις κούκλες της όλη την ώρα – όχι βέβαια ότι έπαψε να αγαπάει τα "μωρά" της, όπως τις λέει.

Της Πέγκυς Παπαδοπούλου

Αλλά είναι πολύ πιο ενδιαφέροντα τα πράγματα που κάνει η μαμά! Θέλει λοιπόν να μεγαλώσει – και κάνει ό,τι μπορεί για να γίνει γρήγορα αυτό. Στο μεταξύ παρακολουθεί προσεκτικά όσα κάνει η μαμά της, και κυρίως πώς τα κάνει. Για να μπορέσει κι εκείνη να είναι τέλεια, όπως και η μαμά.

Πώς θα ήθελε να την άφηναν να σκουπίζει, να σφουγγαρίζει, να μαγειρεύει και να πλένει. Αυτό το τελευταίο δε, επειδή έχει να κάνει με νερά και σαπουνάδες, της αρέσει περισσότερο από όλα. Κι εκείνο το μεγάλο, άσπρα πλυντήριο, που μπορεί να κάνει μαγικά, και βάζεις μέσα τα ρούχα λερωμένα κι εκείνα βγαίνουν μοσχομυριστά και πεντακάθαρα, το έχει βάλει στο μάτι.

Η μαμά όμως, "δεν έχει καμία όρεξη" όπως λέει, ν' ανακατεύεται η Ξένια ούτε μέσα στις δουλειές της ούτε μέσα στα πόδια της. Προσπαθεί όμως να της εξηγήσει τα πάντα, μια και η μικρούλα είναι αρκετά επίμονη.
Με τον καιρό, και χάρη σε αυτή την επιμονή, κατάφερε να πείσει τη μαμά της να της αναθέσει μερικά πράγματα.
«Μαμά, θέλω να τακτοποιώ μόνη μου το δωμάτιό μου».


«Πολύ ωραία ιδέα, Ξένια μου, αρκεί να ξεσκονίζεις και λιγάκι πριν το κάνεις!», της είπε η μαμά. Και της έδειξε πώς γίνεται αυτή η δουλειά. «Ξέρεις, το να βάζουμε τα πράγματά μας σε μια θέση, όποια να' ναι, ανακατεμένα, δεν είναι αρκετό. Καλό θα είναι τα πάντα να μπαίνουν στην σωστή θέση, για να μπορείς να τα ξαναβρίσκεις εύκολα όταν τα θέλεις. Και να είναι και όμορφα κιόλας !»
Η Ξένια ήταν ενθουσιασμένη εκείνη τη μέρα που αυτή έκανε τα "χαμηλά" και η μαμά τα "ψηλά". Το κομοδίνο, το κρεβάτι της, τα τρία πρώτα ράφια της βιβλιοθήκης και τα παιχνίδια της, καθαρίστηκαν σχολαστικά. Εκεί που δεν έφτανε η Ξένια, ερχόταν η μαμά να βοηθήσει. Της άρεσε τόσο πολύ που έκαναν πράγματα μαζί με τη μαμά!
Πέρασε μια ολόκληρη εβδομάδα που η Ξένια, κάθε βράδυ, τακτοποιούσε πολύ σχολαστικά τα πράγματά της, και χωρίς καν να της το πει κάποιος μεγάλος να το κάνει. Πίστευε πως έτσι, με την προθυμία της, θα έδειχνε σε όλους πως μπορεί να τα καταφέρνει σε ότι της αναθέτουν.
Και δεν έπεσε έξω. Όταν ζήτησε από τη μαμά να την βοηθήσει με τη λίστα για τα ψώνια του σούπερ-μάρκετ, εκείνη την κοίταξε για μια στιγμή, αλλά μετά της έδωσε αμέσως το χαρτί και το μολύβι που κρατούσε. Της έδωσε βέβαια κι ένα σωρό οδηγίες για το πώς θα συμπλήρωνε αυτή την περιβόητη λίστα.

«Θα περάσεις πρώτα από το μπάνιο. Δες αν έχουμε όλοι οδοντόκρεμα. Κοίταξε στην αποθηκούλα αν υπάρχουν χαρτιά υγείας».
«Μάλιστα μαμά». Η Ξένια δεν ήξερε τι να πρωτο-γράψει, τις ελλείψεις ή τις οδηγίες;
«Να ελέγξεις εάν έχουμε χαρτοπετσέτες και χαρτομάντηλα, αυτά που παίρνεις μαζί σου στο σχολείο». Το μολύβι της Ξένιας είχε βγάλει ... φτερά! Πώς μπορούσε να τα θυμάται όλα η μαμά;
«Τα καθαριστικά», συνέχισε βιαστική, «θα τα δω εγώ, τα μικρά παιδιά δεν κάνει να ανακατεύονται με αυτά – κι όπως και να το κάνουμε, δεν έχεις μεγαλώσει ακόμη τόσο πολύ!». Η μαμά της έσκασε ένα βιαστικό φιλί στο μάγουλο και υποσχέθηκε πως θα την έπαιρνε μαζί της και θα την άφηνε να βάλει στο καρότσι τους τα πράγματα που είχε καταγράψει. Κι έτσι έγινε.
Ε, μετά από λίγο καιρό, αυτή τη δουλειά μπορούσε να την κάνει η Ξένια χωρίς την βοήθεια κανενός. Ήταν άλλος ένας λόγος να αισθάνεται περήφανη. Και πήρε κουράγιο να ζητήσει κι αυτό που πραγματικά λαχταρούσε.
«Μαμά, πότε θα βάλεις πλυντήριο;»
«Απόψε μικρή μου, γιατί ρωτάς; Έχεις κάτι που θα ήθελε ιδιαίτερη προσοχή;».

«Όχι κάτι ιδιαίτερο ... μόνο που ...», πήρε μια βαθιά ανάσα, «ήθελα να σε βοηθήσω και σε αυτό!», είπε με όσο περισσότερο θάρρος μπορούσε. Ξέροντας πως η μαμά δεν ήθελε τα παιδιά να ανακατεύονται με τα απορρυπαντικά και κυρίως με τις ηλεκτρικές συσκευές που υπάρχουν σε ένα σπίτι, ήταν έτοιμη σχεδόν να βάλει τα κλάματα, περιμένοντας μια πλήρη άρνηση. Αλλά... μια έκπληξη την περίμενε!
«Αν και είναι μερικά πράγματα που δεν θα ήθελα να κάνεις, υπάρχει στ' αλήθεια τρόπος να με βοηθήσεις και σε αυτή τη δουλειά!»
Η Ξένια την κοίταξε λοξά αλλά δε μίλησε. Και η μαμά είπε:
«Το πρώτο σημαντικότερο πράγμα για την μπουγάδα, είναι να ξεχωριστούν τα ρούχα που έχουμε να πλύνουμε. Δεν μπορούμε να τα βάζουμε ανακατεμένα στο πλυντήριο. Βλέπεις κοριτσάκι μου, μερικά ρούχα χρειάζονται πιο ζεστό νερό από άλλα για να πλυθούνε καλά. Κι άλλα πάλι έχουν πολύ σκούρα χρώματα και δεν θα θέλαμε να μπερδευτούν με τα λευκά μας. Τι λες, σου φαίνεται πολύ δύσκολο αυτό που σου λέω;»
«Όχι, όχι!». Η Ξένια φυσικά δεν ομολόγησε στη μαμά της την αλήθεια, ότι δηλαδή είναι πολύ δύσκολο μερικές φορές να καταλάβουν τα παιδιά εντελώς αυτά που λένε οι μεγαλύτεροι. Κι ούτε θα παραδεχόταν πως μπορεί τελικά να ήταν δύσκολη δουλειά αυτή. Είπαμε, το πλυντήριο είναι μαγικό! Καθαρίζει όλα τα ρούχα.
«Σιγά το πράγμα», είπε από μέσα της, κάνοντας ταυτόχρονα ότι προσέχει τις οδηγίες της μαμάς. «Απλώς βάζεις τα ρούχα μέσα στο πλυντήριο, ρίχνεις σαπούνι και μαλακτικό στη σωστή θήκη το καθένα και γυρνάς το κουμπί. Γιατί πρέπει να μου τα λέει όλα τόοοοοσο αναλυτικά η μαμά;».

Κι έτσι η Ξένια, τα μισά από όσα της είπε η μαμά δεν τα άκουσε. Είχε βαλθεί να μυρίζει το μεθυστικό άρωμα του μαλακτικού, ανοίγοντας το μπουκάλι του. Σκεφτόταν πόσο όμορφα θα μύριζαν τα δικά της ρούχα όταν θα τα έβγαζε από το πλυντήριο.
«Επ, δε μ' ακούς; Σου είπα να φέρεις τα δικά σου ρούχα και να τα βάλεις για πλύσιμο! Πρόσεξε, να τα ξεχωρίσεις! Βάλε απορρυπαντικό και μαλακτικό όπως σου έδειξα και θα έρθω εγώ να βάλω το σωστό πρόγραμμα στο πλυντήριο!». Η μαμά έφυγε βιαστική για τις υπόλοιπες δουλειές της.
Η Ξένια έμεινε να ονειρεύεται πόσα πράγματα έχει καταφέρει να κάνει μόνη της από τότε που άρχισε να μεγαλώνει. Καμάρωνε τον εαυτό της στον καθρέφτη – γιατί τώρα πια έφτανε να κοιταχτεί στον καθρέφτη. Έβρισκε πως έμοιαζε λιγάκι της μαμάς της. Θέλει να γίνει τόσο τέλεια όσο είναι εκείνη!
Πήγε στο δωμάτιό της λοιπόν και μάζεψε όλες τις φορεμένες φόρμες της, κι όποια μπλούζα πίστευε πως δεν ήταν όσο πρέπει καθαρή. Φορτώθηκε καλά – καλά, "έσπειρε" και μερικά πράγματα στον διάδρομο πηγαίνοντας πάλι στο αγαπημένο της πλυντήριο, γύρισε να τα μαζέψει, πήρε και τις κάλτσες της. Βγάζοντας και όσα άλλα είχε προλάβει να στριμώξει στο καλάθι με τα άπλυτα τις προηγούμενες μέρες, ανακάλυψε ότι είχε μπροστά της ένα βουνό από ρούχα – κι ήταν μόνο δικά της αυτά! Καημένη μαμά.

«Τι είπε η μαμά, να τα ξεχωρίσω; Ωραία. Από τη μια μεριά θα βάλω αυτά που έχουν απαλά χρώματα κι από την άλλη αυτά που έχουν σκούρα. Εύκολο!». Καθώς έκανε αυτή τη δουλειά σιγομουρμούριζε. Μετά, έβαλε ένα κουπάκι απορρυπαντικό, προσεκτικά, μέσα στον κάδο του πλυντηρίου. Και το μαλακτικό. «Έτοιμο μαμά!», φώναξε με καμάρι. Κι εξαφανίστηκε να παίξει με τα παιχνίδια της ώσπου να έρθει η ώρα να βγάλει τα καθαρά ρούχα από το πλυντήριο.
Σαν κατάλαβε πως τελείωσε το πρόγραμμα του πλυντηρίου, αποφάσισε να το ανοίξει και να βάλει τα ρούχα της στην λεκάνη για το άπλωμα. Να βοηθήσει λίγο ακόμη τη μαμά. Αλλά δεν φαντάστηκε πόσο μεγάλη καταστροφή θα αντίκρυζε.
Τα πρώτα ρούχα που έβγαλε της φάνηκαν κάπως ... "μικροσκοπικά". Σα να ήταν τα ρούχα της κούκλας της. Κρατούσε στα χέρια της το αγαπημένο τζην, που το είχε γεμίσει ζωγραφιές με καρδούλες και λουλούδια, και το κοιτούσε με απορία. Ήταν μικρότερο από το μπράτσο της! Και σα να μην έφτανε αυτό, τα εσώρουχά της είχαν πάρει όλα, μα όλα, μια ροζ απόχρωση, ενώ θυμόταν ότι ήταν κάτασπρα! Κοίταξε τη φανέλα της. Ήταν τόσο ... "τοσοδούλα" που δεν θα έκανε ούτε σε νεογέννητο! Οι δε κάλτσες της έμοιαζαν με μικρές τελείες πάνω στα υπόλοιπα ρούχα.
«Μαμάααααα!», φώναξε πανικόβλητη τη μαμά της. Πώς έγινε αυτή η καταστροφή; Ήταν σίγουρη ότι τα έκανε όλα σωστά. Πώς κατάφερε να ... "μικρύνει" όσα ρούχα έβαλε για πλύσιμο; Και κυρίως, πώς θα αντιδρούσε η μαμά όταν θα τα έβλεπε; Μπορούσε να διορθωθεί κάτι;
Η μαμά την τσάκωσε να κοιτάζει με απελπισία το φανελάκι της. Και, περίεργο πράγμα, έβαλε τα γέλια!

Η Ξένια δεν μπορούσε να το πιστέψει! Η μαμά πήρε το μικροσκοπικό φανελάκι, που εκτός αυτού είχε γίνει και ροζ, και γελούσε πάρα πολύ! Κι όσο η μαμά κοιτούσε, από την μια μεριά την κόρη της που είχε το πιο απορημένο ύφος του κόσμου και από την άλλη τη στίβα με τα ... "κουκλίστικα" ρουχαλάκια, τόσο περισσότερο γελούσε. Αν ήταν άλλη ώρα, η Ξένια θα χαιρόταν πολύ να την βλέπει να ξεκαρδίζεται στα γέλια σα μικρό παιδί. Αλλά τώρα απλώς περίμενε να δει πού θα κατέληγαν τα πράγματα. Κι ήταν σίγουρη πως δεν θα είχε "καλό τέλος" αυτή η ιστορία.
Όταν η μαμά μπόρεσε να ξαναβρεί τη μιλιά της, την έβγαλε από το μπάνιο και πήγαν μαζί στο δωμάτιό της. Η Ξένια ήταν σαν βρεμένο γατί κι η μαμά χαμογελαστή λες κι είχε κερδίσει το λόττο.
«Ξέρεις», της είπε χωρίς να έχει θυμώσει, «το κατάλαβα πως κάτι θα πήγαινε στραβά, την ώρα που σου έδινα τις οδηγίες και το μυαλό σου ήταν αλλού. Αλλά, δεν είναι μόνο αυτό. Όλοι, μα όλοι μας, έχουμε κάνει τα ίδια λάθη τις πρώτες φορές που κάναμε μπουγάδα!»
«Μα, πώς είναι δυνατό μαμά να γίνουν όλα μου τα ρούχα ροζ; Εγώ δεν έβαλα κανένα τέτοιο ρούχο ... Έβαλα όλα τα ανοιχτόχρωμα.» Δυο δάκρια απειλούσαν να φύγουν από τα μάτια της και να τσουλήσουν στα μάγουλά της.
«Μπα; Και το τζην σου δεσποινίς μου, ανοιχτόχρωμο ρούχο είναι;»


Η Ξένια ήθελε ν' ανοίξει η γη να την καταπιεί. Το τζην ήταν σκούρο θαλασσί, κι είχε κι ένα σωρό ζωγραφιές πολύχρωμες πάνω του.
«Και, η κόκκινη μπλούζα σου, αυτή που θες να φοράς συνέχεια, τι κάνει μαζί με τα λευκά σου εσώρουχα μέσα στο πλυντήριο;». Τη μαμά την ξανάπιασε το γέλιο βλέποντας το ύφος της Ξένιας. «Άσε, ξέρω τι κάνει. Κάνει όλα τα υπόλοιπα ρούχα ροζ! Αλλά, όπως σου είπα, όλοι μας την έχουμε πάθει όπως εσύ. Πάντα υπήρχε κάποιο ρούχο που δεν έπρεπε να βάλουμε μαζί με τα υπόλοιπα. Κι άλλες φορές πάλι, επιλέξαμε να πλύνουμε με πολύ ζεστό νερό ρούχα που δεν το αντέχουν»
«Μα ... ήμουν πολύ προσεκτική... Και τι θα γίνει τώρα;»
«Τώρα θα δούμε ποια από αυτά δεν έχουν πάθει μεγάλη ζημιά, κι ίσως μπορέσεις να τα φορέσεις μια – δυο φορές ακόμη. Μετά, θα ελέγξουμε μήπως θες μερικά για τις κούκλες σου. Θα τους αρέσει νομίζω ν' αποκτήσουν καινούρια γκαρνταρόμπα! Και, τελικά, θα αναγκαστούμε να πετάξουμε μερικά...»

Η Ξένια δεν τόλμησε φυσικά να ρωτήσει τι θα φορούσε εκείνη η ίδια. Άλλωστε, είχε ρούχα στη ντουλάπα της. Εντάξει, μερικά δεν της άρεσαν και πολύ, αλλά θα τα φορούσε έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα. Τι κι αν αντιπαθούσε εκείνη την πορτοκαλί φόρμα; Μιλιά δεν θα έβγαζε την άλλη φορά που θα της έλεγε η μαμά να τη φορέσει, μιλιά! Κι ούτε θα ζητούσε τίποτε καινούριο γιατί ΤΟΤΕ θα γινόταν ο καβγάς που μόλις είχε γλιτώσει. Αλλά, την άλλη ερώτηση, αυτή που της έκαιγε τα χείλια, δεν κατάφερε να την συγκρατήσει.
«Μαμά, κανονικά δεν θα έπρεπε να με μαλώσεις; Εγώ κατέστρεψα τα μισά μου ρούχα κι εσύ γελάς;»
«Εδώ που τα λέμε, θα ήθελα να σε μαλώσω και μάλιστα πολύ. Αλλά, βλέπεις, κάποτε ήμουν κι εγώ ένα μικρό κοριτσάκι και θυμήθηκα πως δεν μου άρεσε να με μαλώνουν, κυρίως όταν έκανα ζημιά "κατά λάθος". Νομίζω πως κι εσύ "κατά λάθος" έκανες τη ζημιά. Μετά, θυμήθηκα και τα δικά μου παθήματα, μέχρι να μάθω να βάζω μια πλύση της προκοπής. Έπρεπε να έβλεπες πώς βγήκε από το πλυντήριο το αγαπημένο μου φουστάνι! Είχε γίνει τόσο κοντό και τόσο στενό, που δεν μπορούσα να το φορέσω ούτε ως μπλούζα!»
«Αχ, μαμά μου!». Η ανακούφιση της Ξένιας ήταν φανερή. «Σου υπόσχομαι πως θα είμαι πολύ, μα πάρα πολύ προσεκτική την επόμενη φορά!». «Εντάξει, αυτό το δέχομαι. Αλλά να ξέρεις πως δεν μπορείς ούτε ξαφνικά να μεγαλώσεις ούτε να τα κάνεις όλα μαζί. Και σίγουρα κι εγώ θα σε βοηθώ, μέχρι δηλαδή να το μάθεις σωστά, για να μην βρεθούμε χωρίς ούτε ένα πράγμα να φορέσουμε!»

© 2012-2024 Mothersblog.gr - All rights reserved