Ο Σταύρος Θεοδωράκης γράφει για τα «Ελληνάκια της Αλβανίας» - Συγκλονιστικές ιστορίες εφήβων!

Στην κάμερα της εκπομπής «Πρωταγωνιστές» και στον Σταύρο Θεοδωράκη μίλησαν παιδιά, τα οποία ενώ μεγάλωσαν στην Ελλάδα και «έχτισαν» εδώ τα όνειρα τους, κλήθηκαν να επιστρέψουν στην Αλβανία!

Ο Σταύρος Θεοδωράκης γράφει για τα «Ελληνάκια της Αλβανίας» - Συγκλονιστικές ιστορίες εφήβων!

«Τους είχα δει το καλοκαίρι. Έσερναν κάτι τεράστιες βαλίτσες εκεί κοντά στην Πλατεία Καραϊσκάκη. Πατέρας, μητέρα, παιδιά. Τα παιδιά πρόσεξα. Το αγόρι θα ήταν 10-12 και η κοπέλα 15-16. Ο πιτσιρικάς έκανε τσαλιμάκια με τις πλάκες που εξείχαν στο πεζοδρόμιο. Σαν να έκανε προπόνηση στο ποδόσφαιρο. Η κοπέλα έκλαιγε ασταμάτητα. Η μητέρα γυρνούσε κάθε τόσο και τη «μάλωνε». Τη μια την καλόπιανε, την άλλη τη μάλωνε. Από πάνω τους οι τεράστιες αφίσες με τις επιθεωρήσεις σκορπούσαν γέλια... Η οικογένεια έστριψε στη Δηλιγιάννη. Δυο λεωφορεία τούς περίμεναν. Και άλλοι πολλοί έφθαναν από τα στενά. Φιλιά, αγκαλιές, υποσχέσεις. Κάπου εκεί τους έχασα. Ήταν οι ημέρες που οι ελληνικές εφημερίδες έγραφαν για κύμα επιστροφής στην Αλβανία. Σκεφτείτε το λίγο. Να έχεις γεννηθεί εδώ, στα Χανιά ή στην Κυψέλη, να έχεις πάει νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, ίσως και λύκειο και κάποια στιγμή να σου λέει ο πατέρας σου «αποχαιρέτα τους φίλους σου, φεύγουμε!». Από τον Σεπτέμβρη λοιπόν αρχίσαμε την έρευνα στους «Πρωταγωνιστές». Να βρούμε τα «Ελληνάκια» της Αλβανίας.


Τα όσα κατέγραψα θα τα δείτε ίσως την Τρίτη το βράδυ στους «Πρωταγωνιστές». Τώρα θα σας πω τις ιστορίες της Εστυλιάνας, της Άννας, του Χρήστου και του Μάριου», γράφει ο ίδιος στα ΝΕΑ. Διαβάστε τις συγκλονιστικές ιστορίες των παιδιών!

Αννα, η αρσακειάδα (Ετών 13, ζούσε στην Κυψέλη) - «Γιατί έπρεπε να συμβεί αυτό σε εμάς;»

anna


Η στιγμή της επιστροφής στην Αλβανία είναι η χειρότερη της ζωής της. Και η ομορφότερη όταν ήταν σημαιοφόρος στην Κυψέλη.

«Γεννήθηκα στη Λιβαδειά αλλά όταν ήμουν ενός έτους μετακομίσαμε στην Αθήνα, στην Κυψέλη. Εκεί γεννήθηκε και η αδελφή μου, η Ελένη, που τώρα πάει Πέμπτη Τάξη. Στην Κυψέλη μεγάλωσα, πήγα νηπιαγωγείο και μετά στο 27ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών. Λόγω της κρίσης ο μπαμπάς μου έμεινε άνεργος δύο χρόνια. Και το καλοκαίρι οι γονείς μου αποφάσισαν να μετακομίσουμε στην Αλβανία. Εγώ κι η αδελφή μου δεν θέλαμε να φύγουμε από την Ελλάδα. Γιατί έπρεπε να συμβεί αυτό σε εμάς; Περάσαμε το χειρότερο καλοκαίρι, χωρίς φίλους, χωρίς τίποτα. Οι γονείς μας έψαξαν και μας βρήκαν ένα ελληνοαλβανικό κολέγιο, το Αρσάκειο. Ηταν το μόνο μέρος όπου μπορούσαμε να μιλάμε τη γλώσσα μας, τα ελληνικά, και να μη νιώθουμε ξένοι. Ομως ακόμα δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τα χρήματα και φοβάμαι μήπως μας σταματήσουν. Δεν θέλω να ξανανιώσω εκείνη την αίσθηση που ένιωσα όταν έφυγα από την Ελλάδα και πόσω μάλλον να ξεχάσω τα ελληνικά μου».

Χρήστος, ο Γκρεγκ (Ετών 17, ζούσε στο Λαγονήσι) - «Κατέρρευσα. Εδώ με φωνάζανε "Ελληνα". Δεν ήξερα καν να γράφω αλβανικά»

xristos


Πίστευε ότι θα γερνούσε στην Ελλάδα, στο Λαγονήσι, κοντά στη θάλασσα, εκεί όπου μεγάλωσε. Ενα απόγευμα όμως μετά την προπόνησή του, του ανακοίνωσαν ότι επιστρέφουν στην Αλβανία. Προσπάθησε να τους πείσει να μείνει πίσω, να μην τους ακολουθήσει στα Τίρανα. Δεν τα κατάφερε. Και τώρα είναι ο Γκρεγκ (ο Ελληνας).

Να υποθέσω, άφησες και κορίτσι στην Ελλάδα;
Θα προτιμούσα να μην απαντήσω σ' αυτή την ερώτηση.
Μου είπαν ότι τα κορίτσια, όταν δύσει ο ήλιος, πρέπει να 'ναι στα σπίτια.
Σε πολλές περιπτώσεις ισχύει, αλλά δεν είναι και νόμος.
Εσύ τι ώρα γυρνάς στο σπίτι;
Αν δεν έχω διάβασμα, κατά τις 10. Σε πολλές γειτονιές είναι επικίνδυνα τα πράγματα, δεν κυκλοφορείς μόνος σου το βράδυ. Γίνονται ληστείες και διάφορα άλλα.
Στην Αθήνα τι ώρα γύρναγες;
Στην Αθήνα, όταν δεν είχαμε μαθήματα, καθόμασταν στην παραλία μέχρι 1-2 τα ξημερώματα. Δεν ήταν σε καμία περίπτωση επικίνδυνα και οι γονείς μου μας άφηναν μέχρι αργά.
Τι έκανε ο πατέρας σου κάτω;
Οικοδομή, όπως πολλοί άλλοι. Λαγονήσι, Βάρκιζα, Βουλιαγμένη, Κορωπί, Μαρκόπουλο.
Η μάνα;
Δούλευε σε ένα σπίτι οικιακή βοηθός.
Οταν σου είπε «φεύγουμε για Αλβανία», τι είπες;
Στην αρχή νόμιζα ότι έκανε πλάκα. Ητανε μεσημέρι, πριν φύγω για προπόνηση. Μπήκε και είπε στη μητέρα μου ότι πρέπει να γυρίσουμε. Η μητέρα μου τον ρώτησε «για τι πράγμα μιλάς;» και της λέει «θα πάμε πίσω Αλβανία».
Ηταν άνεργος;
Ναι, είχε έξι μήνες να δουλέψει. Και εγώ καταλάβαινα ότι δεν πήγαινε άλλο, αλλά στην ιδέα ότι θα έπρεπε να αποχαιρετήσω τους κολλητούς μου, κατέρρευσα. Επρεπε να σβήσω όλα μου τα όνειρα.
Μιλάς τώρα μαζί τους;
Φυσικά, φυσικά, αυτά που έχω περάσει μαζί τους είναι χαραγμένα στην καρδιά μου.
Ρατσισμός υπήρχε στα ελληνικά σχολεία;
Ποτέ. Δεν ξέρω για άλλους, αλλά εμένα προσωπικά δεν με έχουν αντιμετωπίσει ποτέ ρατσιστικά.
Το σχολείο εδώ;
Το σχολείο εδώ είναι ένα χάλι. Δεν υπάρχουνε κανόνες, νόμοι, τίποτα. Οποιος θέλει μπαίνει, όποιος θέλει βγαίνει.
Εχει συμμορίες;
Υπάρχουν διάφορα γκρουπάκια... Τα παιδιά είναι άγρια. Στην αρχή με φωνάζανε «Ελληνα», ναι, «Γκρεγκ»! Δεν ήξερα καν να γράφω αλβανικά.
Δεν σκέφτηκες να πεις στον πατέρα σου «δεν γυρνάω πίσω, θα μείνω Ελλάδα»;
Το συζητήσαμε. Είχα και μια πρόταση από έναν φίλο να μείνω σπίτι του. Αλλά η μάνα μου δεν με άφηνε - και ξέρετε πώς είναι οι μάνες, άμα βάλουν κάτι στο μυαλό τους, δεν τους το βγάζεις με τίποτα.
Είναι δύσκολη η ζωή εδώ;
Εξαρτάται από την οικονομική κατάσταση της κάθε οικογένειας. Αν έχεις λεφτά, όλα είναι ρόδινα.
Αυτό βέβαια ισχύει και στην Ελλάδα.
Στην Ελλάδα καλοπερνάγαμε και χωρίς λεφτά. Γελάγαμε, παίζαμε το μπασκετάκι μας, κάναμε την πλακίτσα μας στην παραλία. Ηθελα να μεγαλώσω, να κάνω παιδιά, να γεράσω μαζί με τους φίλους μου. Είχα βασίσει τα όνειρά μου πάνω τους.
Πόσο μακριά είναι από εδώ η παραλία;
Είναι μιάμιση ώρα, τρία λεωφορεία και πολλή ταλαιπωρία, αλλά όταν λέω παραλία δεν εννοώ καλοκαίρι. Λέω για την παραλία τον χειμώνα, που είναι κάτι μαγικό. Το να πηγαίνω και να κάθομαι έστω και μισή ώρα στην παραλία στο Λαγονήσι, ήταν για μένα ο παράδεισος.
Πώς ήρθαν οι γονείς σου στην Ελλάδα;
Ο πατέρας μου το '94 με τα πόδια. Και η μάνα ήρθε το '96. Με λεωφορείο από τα Τίρανα.
Εσύ τι σχέδια έχεις;
Με την πρώτη ευκαιρία θα γυρίσω στην Ελλάδα. Εκεί όπου μεγάλωσα.

Εστυλιάνα, η «Παπαρίζου» (Ετών 12, ζούσε στη Λάρισα) - «Ο μπαμπάς δεν μπορούσε να βρει ούτε μεροκάματο»

estyliana


Τη συνάντησα σε ένα δημόσιο σχολείο, δίπλα στο ποτάμι. Οι δάσκαλοι φοράνε άσπρες ποδιές, την εξώπορτα την ανοίγει φύλακας, τα θρανία όμως είναι παλιά και οι τάξεις πλημμυρισμένες από παιδιά.

«Στην Αθήνα γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Ρέθυμνο. Μετά πήγα στη Λάρισα. Στο 10ο Δημοτικό Σχολείο. Ο μπαμπάς μου στρώνει πλακάκια και πηγαίναμε όπου έβρισκε δουλειές. Η μαμά μου δουλεύει σε καφετέριες και ταβέρνες. Οταν ο μπαμπάς μου είπε ότι θα γυρίσουμε στην Αλβανία, κλείστηκα στο δωμάτιό μου και έκλαιγα. Δεν ήθελα. Τελικά δεν μπορούσαμε να κάνουμε και αλλιώς. Ο αδελφός μου ήταν στο νοσοκομείο και ο μπαμπάς δεν μπορούσε να βρει ούτε μεροκάματο. Μου λείπουν οι φίλοι μου και η ξαδέλφη μου, γι' αυτό κλαίω. Μιλάω μαζί τους από το facebook αλλά θα ήθελα να ήμουν εκεί. Θα προσπαθήσω να σπουδάσω Μουσική και να γυρίσω στην Ελλάδα. Μου αρέσει όλη η ελληνική μουσική. Ξεχωρίζω όμως δυο τραγουδίστριες, την Ελένη Φουρέιρα και την Ελενα Παπαρίζου».

© 2012-2024 Mothersblog.gr - All rights reserved